Περιγραφή
. . . Πρώτος ο ορφισμός δίδαξε ότι ο άνθρωπος ξεπλήρωνε, μέσα από την αθλιότητα της ύπαρξης, το αμάρτημα των `μακρινών προγόνων`, ότι η σάρκα έπρεπε να θανατωθεί για ν` απελευθερώσει την ψυχή και να της επιτρέψει να φθάσει στην αληθινή ζωή, την αιώνια ζωή ότι ο άνθρωπος δεν θα μπορούσε να μετουσιώσει την αλλαγή της ύπαρξής του, με τις δικές του δυνάμεις, αλλά αν φωτισθεί και καθοδηγηθεί από τον μυστηριακό θεό. Κατέστησε οικεία την αντίληψη για τον θεό που υποφέρει και θνήσκει, και η ανάστασή του αποτελεί για τους μυημένους την εγγύηση προς την αθανασία. Τις ιδέες αυτές, ας το επαναλάβουμε για τελευταία φορά, ο χριστιανισμός δεν τις δανείσθηκε άμεσα από τον ορφισμό. Τις βρήκε μέσα στο περιβάλλον όπου αναπτύχθηκε, να έχουν διαδοθεί από τις διάφορες σωτηριακές θρησκείες, που οι ίδιες τις είχαν εν πολλοίς κληρονομήσει από τον ορφισμό. Τις χρησιμοποίησε προκειμένου να διερμηνεύσει τον θάνατο και την ανάσταση του Χριστού Μεσσία, αλλά τους ενστάλαξε μια εντελώς νέα σημασία και ηθική αξία: απόσπασε από αυτές τις καθολικές και άπειρες συνέπειές τους. . .
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]